Αποθήκη

Παλιότερο προεκλογικό καφενείο (δημοτικές 2006)

5 σκέψεις σχετικά με το “Αποθήκη

  1. aeroperu 21 Σεπτεμβρίου 2006 / 1:52 μμ

    Παύλος Παυλίδης, υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος Αχαρνών (Μενίδι), με το συνδυασμό Ακηδεμόνευτη Παναχαρναϊκή Κίνηση Πολιτών.

    «Εγώ ήμουνα γιεγιές. Δεν τα πολυγούσταρα τα λαϊκά. Ε, πήγα σε μια συναυλία που κάνανε οι Σώκρατες, στον άγιο Κοσμά στην παραλία. Έγινε μια παρεξήγηση με έναν που πείραξε τη φίλη μου στο λεωφορείο. Τον κοπάνησα. Με το που του την χώνω, βγάζει ταυτότητα και λέει του οδηγού του λεωφορείου «στο τέταρτο, στο Κολωνάκι». Τέταρτο νομίζω; Ναι, τέταρτο. Μας πήγαν εκεί, έγινε μπέρδεμα, πήραν τον πατέρα μου να έρθει… Όμως, με αυτό τον τύπο γνωριστήκαμε. Κι από τότε άρχισα να ακούω κι άλλα. Λαϊκά. Άσε που όσο ήμουνα γιεγιές όλο τραβιόμουνα, είχα φάει και κάτι κουρέματα…

    Στο σκυλάδικο είσαι πιο χύμα. Είσαι πιο έλληνας. Ο έλληνας είναι χύμα. Εκεί βγαίνει ο έλληνας. Σκυλάδικο δεν υπάρχει πουθενά αλλού. Αυτό είναι το στυλ του έλληνα. Το πανηγύρι και το σκυλάδικο. Έφερε το πανηγύρι στην πόλη και το έκανε σκυλάδικο. Δες που οι τραγουδιστές που λένε σκυλάδικο είναι αυτοί που τραγουδάνε στο πανηγύρι. Στο ρεπερτόριο τους έχουν το ντούρου ντούρου, το λαικοδημοτικογύφτικο, αυτό τον αχταρμά. Πανηγύρι καλό σου κάνει ο σκυλάς. Εντάξει, κι η φωνάρα μπορεί να κάνει πανηγύρια καλά, αλλά γιατί είναι το χαρτί στη μέση.

    Ο έλληνας πρέπει να γυρίσει στο σκυλάδικο. Να διασκεδάσει, ρε. Βλέπω τα νέα παιδιά, πάνε σε ένα κλαμπάκι, πίνουν δυό ποτά, πίνουν και δέκα χάπια και κάθονται. Σε ρωτάω: διασκεδάζουν; Όχι, δε διασκεδάζουν. Τα βλέπεις, άμα κάτσεις θα τα δεις, και τα νταραβερια κ όλα. Ενώ ο σκυλάς την εύρισκε κι ας του τα παίρνανε. Θα έκανε το χαβαλέ που γουστάριζε, θα καψουρευότανε τη γκόμενα που τραγούδαγε, θα του έκανε αυτή το παιγνιδάκι της, σου λέει εδώ τα χει να του τα πάρουμε, έτσι, μια χαρούλα. Το σκυλάδικο σου λέω ειν’ ο έλληνας.»

    Περισσότερα στη συνέντευξη του Παύλου Παυλίδη στη φίλη Mirandolina

    Μου αρέσει!

  2. Γιάννης Καραμήτσιος 10 Οκτωβρίου 2006 / 8:59 πμ

    Και να μην ξεχνιόμαστε: κάθε ψήφος στον Μπουτάρη να συνοδεύεται και από ψήφο στον Τρεμόπουλο για Νομαρχία. Για όσους θέλουν να ψηφίσουν «συμπαγώς»…

    Μου αρέσει!

  3. chumba 10 Οκτωβρίου 2006 / 11:35 πμ

    Δεν είμαι τόσο σίγουρος για το «συμπαγές» του πράγματος. Ούτε δηλαδή για το αν κάθε ψήφος για Μπουτάρη στο δήμο πάει και στον Τρεμόπουλο στη νομαρχία ούτε για το αντίστροφο. Μου φαίνεται πως υπάρχουν αρκετά διαφορετικοί άνθρωποι πίσω από τις δύο παρατάξεις οι οποίες βέβαια συνεργάζονται και καλά κάνουν.

    Τέλος πάντων, η απόφαση για ψήφο στον Μπουτάρη ήταν ούτως ή άλλως περίεργη. Υπήρχαν ας πούμε κάμποσοι λόγοι για να μην ψηφίσω Μπουτάρη: κατ αρχήν το ότι αρκετοί συνεργάτες του και υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι είναι απόφοιτοι του «Ανατόλια» ή των λεγόμενων «καλών» σχολείων. Από μικρός μου την έσπαγαν τα σνομπ τυπάκια των «καλών» οικογενειών με το σούπερ υφάκι και τα λεφτά του μπαμπά που στο πανεπιστήμιο το έπαιζαν και λίγο αριστεροί (πάντα διανοούμενοι όμως) για να καταλήξουν πολύ γρήγορα στο φυσικό τους χώρο διατηρώντας το μεταξύ τους δέσιμο. Ε, οι περισσότεροι από αυτούς προέρχονταν από το Ανατόλια ή από τα δήθεν καλά σχολεία. Όχι και να τους ψηφίσω τώρα. Άλλοι λόγοι που με έκαναν να βλέπω κάπως δύσπιστα την υποψηφιότητά του είναι το ότι ο ίδιος είναι λεφτάς, το ότι ήταν μεγαλοεπιχειρηματίας και φυσικά το ότι ήταν, είναι και εκτός απροόπτου θα παραμείνει Αρειανός.

    Για το πρώτο, σκέφτηκα πως μπορεί και να μην πολυφταίει ο ίδιος. Θέλεις ας πούμε να βάλεις υποψηφιότητα για δήμαρχος, δεν υποστηρίζεσαι από κάποιο κόμμα και χρειάζεσαι ένα σωρό υποψήφιους δημοτικούς και διαμερισματικούς συμβούλους. Πού θα τους βρεις; Η συντριπτική πλειοψηφία δεν ενδιαφέρεται. Από αυτούς που ενδιαφέρονται οι περισσότεροι παίζουν μπάλα με τα δύο κόμματα εξουσίας μπας και βγάλουν κάτι. Κάποιοι λίγοι ανήκουν σε μικρότερα κόμματα συνήθως της αριστεράς.

    Τι έμεινε; Ελάχιστοι ανεξάρτητοι μεμονωμένοι που επιμένουν να παλεύουν στην τοπική αυτοδιοίκηση, ορισμένοι συνδικαλιστές που έχουν απογοητευτεί από τα κόμματα στα οποία ανήκαν και ένα-δυο νέα πρόσωπα που πραγματικά τους αρέσει η περιπέτεια. Αυτοί δεν φτάνουν. Αυτό ακριβώς το κενό σπεύδουν να καλύψουν οι ψωνάρες με το υφάκι και την άποψη για τα πάντα, που λέγαμε πριν. Θέλουν, λένε, να «προσφέρουν» πραγματικά στον τόπο τους και αντί να προσφέρουν πραγματικά απαλλάσσοντάς μας από την παρουσία τους, μπαίνουν στο ψηφοδέλτιο. Αυτό όμως παλεύεται: ψηφίζω Μπουτάρη και δε βάζω σταυρό στις ψωνάρες.

    Το ότι είναι λεφτάς και πρώην μεγαλοεπιχειρηματίας είναι ένα πρόβλημα. Αντισταθμίζεται κάπως από την ασυνήθιστα καλή φήμη που είχε ως εργοδότης όσο είχε τον όμιλο, φήμη που τον ακολουθεί και σήμερα στο μικρότερης οικονομικής επιφάνειας εγχείρημά του, το κτήμα. Με φτιάχνει επίσης το ότι έσπρωξε χρήματα στις αγάπες του – παλιά στο ποτό, μετά στον Αρκτούρο και (δυστυχώς) στον Άρη. Άσε δε που έχει δείξει πολλά χρόνια τώρα ότι ενδιαφέρεται και θέλει να κάνει ένα-δυο πρακτικά πράγματα (σε αντίθεση με τις εκάστοτε παρλαπίπες της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ). Τον είδα και σε μια δυο συνεντεύξεις στη δορυφορική ΕΡΤ, μου φάνηκε ωραίος τύπος, άμεσος και προπάντων κιμπάρης. Κάπως έτσι ξεχνάμε και τη θλιβερή επιλογή του στα αθλητικά…

    Μ’αυτά και μ’αυτά, για πρώτη φορά μετά από χρόνια δε θα ρίξω λευκό στις δημοτικές. Στις προηγούμενες εκλογές η επιλογή ήταν συνήθως μεταξύ ανοήτων και αδίστακτων καιροσκόπων ώσπου τελικά η ΝΔ το έπιασε το νόημα και άρχισε να κερδίζει τη μία εκλογή μετά την άλλη επιλέγοντας υποψηφίους που ήταν και ανόητοι και αδίστακτοι καιροσκόποι. Φέτος, δε λέω, μπορεί να κερδίσουν και πάλι οι ίδιοι. Τουλάχιστον ας δυσκολευτούν. Και μάλιστα από ανεξάρτητο, κανονικό ανεξάρτητο όχι σαν εκείνον τον ανεκδιήγητο γόη της πλάκας (ακόμα ένα από τα ψώνια που λέγαμε) που αφού πήρε ένα σεβαστό ποσοστό έσπευσε να το εξαργυρώσει στο «εκσυγχρονιστικό» ταμείο των πασόκων.

    Όσο για τις νομαρχιακές, πραγματικά δεν ξέρω. Ίσως όταν μπω στο παραβάν.

    Μου αρέσει!

  4. Λίτσα Καραμπίνη 4 Αυγούστου 2007 / 12:16 μμ

    ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ

    ΤΡΕΙΣ ΜΟΝΑΞΙΕΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΛΗΣΤΕΙΑ

    Θα μπορούσες να πεις πως ήτανε μια ασήμαντη ληστεία, αν η γριά, που εκείνη τη στιγμή βρισκότανε στη τράπεζα μαζί με τη νύφη της να πάρει τη σύνταξη, δεν έπαιρνε όμηρο το ληστή και τη λεία του μαζί.
    Ποιος να το πίστευε! Η μικρόσωμη γριούλα, με το μαύρο τσεμπέρι στο κεφάλι, και το φάντασμα του Αλτσχάιμερ να αλωνίζει στο μυαλό της, αρπάζει το όπλο του ληστή, πυροβολεί στον αέρα, παίρνει όμηρο το ληστή και τη νύφη της μαζί, και – πάντα υπό την απειλή του όπλου – τους οδηγεί εκεί όπου θα βρεθούν αιχμάλωτοι, δεμένοι και οι τρεις, στους κρίκους της ίδιας αλυσίδας.
    Οι πιο κρυφές φαντασιώσεις τους, η μοναξιά, ο έρωτας, τα πάθη και οι ενοχές τους, στήνουν ενέδρα στα όνειρά τους. Μέχρι που βυθίζονται και οι τρεις, σε ένα άπατο πηγάδι, όπου εκεί για πρώτη φορά, έρχονται αντιμέτωποι με το θαύμα της ζωής. Το θαύμα του ανθρώπου που αναγεννιέται από τις στάχτες του.
    Ύστερα, δεν μπορείς να ξεχωρίσεις πια, ποιοι είναι οι όμηροι ποιοι είναι οι ληστές.
    Γιατί, η ληστεία ήτανε μόνο το άλλοθι των ληστών, γιατί οι ληστές υπήρξαν πάντα όμηροι των ονείρων τους, γιατί οι όμηροι λήστεψαν τα λάφυρα της ζωής των ληστών και γιατί η μοναξιά θα στήνει πάντοτε ενέδρες και θα κατασπαράζει λάφυρα, ομήρους και ληστές.
    Είναι μια ιστορία σκληρή, τραγική, κάποιες φορές αστεία, και βέβαια, το θέμα της, αναφέρεται στην ανθρώπινη μοναξιά.
    Η ληστεία είναι η πρόφαση, είναι και ο κεντρικός ιστός, όπου γύρω του περιπλέκεται η ιστορία.
    Η μοναξιά είναι ο καταλύτης, το ερέθισμα, η κινητήριος δύναμη, και καθορίζει τη πλοκή
    Υπάρχει και ο πυρήνας του θέματος, όπου πίσω από τα περιστατικά της ιστορίας, μας προκαλεί να απαντήσουμε.
    Τελικά, είμαστε, ή νιώθουμε μόνοι;
    Αλλά μέσα από τα χίλια πρόσωπα της μοναξιάς, γιατί οι άνθρωποι μιλάνε συχνότερα για τη μοναξιά της μεγαλούπολης;
    Μόνο εκεί, στους πολυσύχναστους δρόμους της, μπορείς να αφουγκραστείς τη βοή που αφήνουν πίσω τους οι παράλληλοι μονόλογοι των ανθρώπων;
    Και πέρα από τις μεγάλες πόλεις; Στην επαρχία, στα χωριά, στα μεγάλα ή στα μικρά χωριά, εκεί όπου οι πόρτες των σπιτιών μένουν διάπλατα ανοιχτές, εκεί, υπάρχει στ΄ αλήθεια, πάντα, η ανθρώπινη επικοινωνία; Είναι δεδομένη η αγαστή συνύπαρξη των ανθρώπων;
    Δηλαδή, είναι ο γεωγραφικός χώρος εκείνος που καθορίζει στερεότυπες συμπεριφορές και καταστάσεις; Ή μήπως, και σ΄ αυτές τις κλειστές κοινωνίες της επαρχίας, τα ίδια ή κάποια άλλα μοτίβα ζωής, δεν παράγουν μοναχικές ανθρώπινες φιγούρες και στείρες ψυχές;
    Ασφαλώς και δεν ευθύνεται ο τόπος, γιατί, η μοναξιά είναι μια εσωτερική κατάσταση που δεν έχει καθόλου να κάνει με το πόσοι άνθρωποι υπάρχουν γύρω σου,
    ή με το να είσαι όντως μόνος ή όχι.
    Και αυτό ακριβώς, είναι εκείνο που επιχειρεί να μεταγγίσει στον αναγνώστη τούτο το βιβλίο.
    Ο τόπος που διαδραματίζεται η ιστορία, είναι ένα μικρό, ορεινό χωριό, πενήντα χιλιόμετρα έξω από τη Θήβα. Τρακόσοι νοματαίοι ζουν εκεί. Κι όπως λέει η Μαγδαληνή, η κεντρική ηρωίδα της ιστορίας, είναι φορές που βλέπει μέσα από τη φαντασία της, να είναι κολλημένα δέκα χιλιάδες στόματα, πάνω στο καθένα απ΄ τα κεφάλια των συγχωριανών της. Και λένε τα στόματα, λένε, λένε, ακατάπαυστα. Και αναχαράζουν, και αναπαράγουν και μασουλάνε τη ψυχή της.
    Κι εκείνη, στη προσπάθειά της να βρει ένα ασφαλές καταφύγιο, κρύβεται μέσα της. Εκεί, στο χώρο της φαντασίας της, όπου χτίζει τον δικό της υπέροχο κόσμο.
    Μέσα σ΄ αυτόν τον εσωτερικό της εγκλεισμό, διοχετεύει όλες της τις προσδοκίες.
    Κάνει άπειρα ταξίδια με το νου της στο απόλυτο τίποτα.
    Νιώθει τα κενά των αισθήσεών της να πλημμυρίζουν με δυνατά συναισθήματα, και να παραμένουν κενά.
    Βιώνει τον έρωτα, τον πόνο, τη χαρά. Εκεί, στον κόσμο της φαντασίας της, ζει τη καθημερινότητά της.
    Αλλά… απαξιώνει την ίδια της τη ζωή.
    Ε, αυτό κι αν είναι μοναξιά.
    Μια μοναξιά ανελέητη, που σε κυκλώνει από παντού.
    Μέχρι που κάποτε γίνεται εκείνη η ληστεία.
    Μέχρι που, η Μαγδαληνή και ο ληστής, βρίσκονται όμηροι, υπό την απειλή του όπλου της γριάς.
    Και μέχρι τότε που πέφτουνε οι μάσκες.
    Το μυθιστόρημα «ΤΡΕΙΣ ΜΟΝΑΞΙΕΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΛΗΣΤΕΙΑ» είναι το πέμπτο βιβλίο της Λίτσας Καραμπίνη. Κυκλοφορούν ακόμη τα εξής μυθιστορήματα, όλα από τις εκδόσεις ΑΡΜΟΣ.
    – «Κορίτσια με καλή ανατροφή», ένα βιβλίο που αναφέρεται σ΄ όλες εκείνες τις γυναίκες που κυριευμένες από μικρές, καθημερινές κρίσεις άγχους και πανικού, χάνουν πολλές φορές τις ισορροπίες ανάμεσα στους άλλους και τον εαυτό τους. Σ΄ εκείνες τις γυναίκες, που νομίζουν, πως, για να τις αγαπούν πρέπει και να τις εγκρίνουν…
    – «Από πού πάνε για τον παράδεισο», μια ιστορία με μεταφυσική αλλά και γήινη χροιά, αφού αρχίζει με το θανατηφόρο ατύχημα της Άννας και διαδραματίζεται στον αέρα καθώς δίπλα της παρουσιάζεται το alter ego της, η Αννούλα, που την καυτηριάζει, την κατηγορεί την καταγγέλλει. Ξάφνου, να και ο Παναγιώτης, ο ουράνιος οδηγός της. Νέος, ωραίος και… άγγελος. Τρεις διαφορετικές οντότητες σ΄ ένα αναπόφευκτο συναπάντημα πλανώνται πάνω από τη γη, κάνοντας αδιάκριτες καταδύσεις στα σκοτεινά μονοπάτια της ζωής της.
    – «Γεννημένη ξανά» μια ιστορία όπου ρίχνει άπλετο φως το τόσο σημαντικό, τόσο ευαίσθητο θέμα της υιοθεσίας. Έχοντας η ίδια βιώσει την εμπειρία της υιοθεσίας, προσπαθώ να ρίξω άπλετο φως στην προσωπικότητα του υιοθετημένου, που παραπαίει συνήθως, ανάμεσα στα μυστικά της θετής οικογένειας, τις ατέλειωτες φαντασιώσεις του, και την αγωνιώδη αναζήτηση των ριζών του στα βάθη μιας ανελέητης σιωπής.
    – «Παραμύθι από χώμα και νερό», ένα παραμύθι για ενήλικες όπου επιχειρώ να παντρέψω τη μαγεία του παραμυθιού με το ρεαλισμό ενός σύγχρονου μυθιστορήματος. Είναι ένα παραμύθι μαγικό, αλληγορικό, σκληρό, τρυφερό, αστείο, που απευθύνεται σε όσους κάποτε ονειρεύτηκαν να χτίσουν ένα καλλίτερο κόσμο.
    Και τα τέσσερα βιβλία, μέχρι σήμερα, ακολουθούν πολύ καλή πορεία.

    Ευχαριστώ.
    Λίτσα Καραμπίνη
    Σοφοκλέους 17 – 19009 – Ραφήνα
    Τηλ. 697482485 e mail lkarabini@altecnet.gr

    Μου αρέσει!

  5. chumba 14 Αυγούστου 2007 / 12:29 μμ

    Διαφημίσεις το παρόν (β)λόγιον δεν κάνει και την Λίτσα Καραμπίνη ούτε την ξέρει προσωπικά ούτε την έχει διαβάσει κάποιος από τους εκατοντάδες συνεργάτες για να έχει άποψη. Επειδή όμως πρόκειται για βιβλίο και μάλιστα μυθιστόρημα θα γίνει μια εξαίρεση και το παραπάνω κείμενο θα παραμείνει για λίγο καιρό διαθέσιμο εκεί που διάλεξε η ίδια η συγγραφέας του να το ανεβάσει.

    Μου αρέσει!

Σχολιάστε