Η ισλανδική ταινία «Woman at war» έχει βαρύ κυρίως θέμα και ακόμα πιο βαρειά δεύτερα θέματα, μια πρωταγωνίστρια που μάχεται ενάντια σε θηρία και αγέλαστο φόντο, την μακρινή, δύσκολη Ισλανδία. Αν είσαι όμως ταλαντούχος σκηνοθέτης κι έχεις στη διάθεσή σου μια σχετικά άγνωστη στον υπόλοιπο κόσμο αλλά πραγματικά μεγάλη ηθοποιό τότε φτιάχνεις μια ταινία σαν αυτή. Αστεία και κάποιες φορές δραματική χωρίς να γίνεται φτηνή, έξυπνη χωρίς να υποτιμά τον θεατή, στρατευμένη χωρίς να κουνάει δασκαλίστικα το δάχτυλο, και σε κάθε περίπτωση εξαιρετικά ευχάριστη και ανθρώπινη.
Ο Μπένεντικτ Έρλινγκσον αγαπάει τη χώρα του πολύ. Παρουσιάζει μια Ισλανδία κανονικό παράδεισο, με μεγαλόπρεπα απλωμένα, ήσυχα τοπία στην εξοχή και ηλιόλουστα, άνετα πλάνα στην πόλη. Στις περισσότερες σκηνές δεν κάνει καν κρύο, ο κόσμος φοράει ελαφρά ρούχα και το μόνο πρόβλημα φαίνεται να είναι οι ξαφνικές παγωμένες μπόρες. Οι μπόρες και η βιομηχανία αλουμινίου ενάντια στην οποία η Χάλα (Χαλντόρα Γκεϊρχαροσντότιρ) έχει κηρύξει πόλεμο κανονικό.
Στην κανονική της ζωή η Χάλα είναι μια δυναμική μόνη 50άρα, ιδιαίτερα δραστήρια στην κοινότητά της όπου διευθύνει την τοπική χορωδία. Στην άλλη της ζωή είναι μια μοναχική πολεμίστρια για το περιβάλλον που κάνει τακτικά σαμποτάζ στο εργοστάσιο αλουμινίου, κυρίως γκρεμίζοντας πυλώνες ρεύματος και προκαλώντας πολύωρα βραχυκλώματα στο δίκτυο τροφοδοσίας με ενέργεια του εργοστασίου. Η κυβέρνηση προσπαθεί να την εντοπίσει και να σταματήσει τα σαμποτάζ καθώς θέλει το εργοστάσιο να λειτουργεί χωρίς προβλήματα ώστε να μπορέσει να το πουλήσει σε ξένους επενδυτές.
Στις επιμέρους ιστορίες που κυλούν παράλληλα, η Χάλα περιμένει να υιοθετήσει παιδί, έχει μια δίδυμη αδελφή τρελαμένη με τη γιόγκα και τις φιλοσοφίες της Ανατολής κι έναν φίλο στη γραφειοκρατία που την ενημερώνει για τις κινήσεις της εξουσίας. Κι ένα τελευταίο: δεν πρέπει να υπάρχει στο σινεμά πιο αστείος τρόπος από αυτόν που διαλέγει ο σκηνοθέτης για να ντύσει μουσικά την ταινία του. Τα υπόλοιπα στην αίθουσα. Η ταινία δεν παίζεται, δεν χάνεται.