ΘΕΣ «τη» ΝΙΚΗ – ε όχι δεν τη θες

«Το μοναδικό νεανικό τηλεπαιχνίδι γνώσεων, ναιαιαιαι!». Ο γιαλαντζί ενθουσιασμός της παρουσιάστριας ακούγεται απειλητικός. Είναι. Αν άντεξες να δεις το παραπάνω τρέιλερ της ΕΤ3 μέχρι το τέλος μη βιαστείς να γρινιάξεις. Σε σχέση με το ίδιο το «τηλεπαιχνίδι», το τρέιλερ είναι κανονική υπερπαραγωγή.

«Μοναδικό» δεν το λες αυτό το παιχνίδι. Από τα ασπρόμαυρα χουντοκάναλα μέχρι τη σημερινή Λιατσοκατάσταση η κρατική τηλεόραση έχει βασανίσει γενιές τηλεθεατών με κάθε λογής ευρηματικά και οπωσδήποτε μοναδικά «τηλεπαιχνίδια».

Ούτε και «νεανικό» το λες, όμως. Παρ΄ότι δανείζεται τα νιάτα των αμήχανων παιδιών που στριμώχνονται στο κακοφωτισμένο, ατσαλοστημένο στούντιο προσπαθώντας να «απογειώσει» την εϊτίλα του σκηνικού.

Αρκετά όμως με το περιτύλιγμα το οποίο στην τελική είναι και θέμα γούστου. Σ’ άλλους αρέσει, σ’ άλλους όχι, τι να κάνουμε; Από περιεχόμενο τι γίνεται; Εδώ σε θέλω κάβουρα να περπατάς στα κάρβουνα.

«Τηλεπαιχνίδι γνώσεων» σου λέει. Με ερωτήσεις αποκλειστικά από την ιστορία και την ανθρωπογεωγραφία της πόλης των πόλεων. Κάθεσαι λοιπόν μπας και μάθεις κάτι. Και βλέπεις την ακαδημία μπάσκετ του Άρη να κοντράρεται στον «στίβο» της γνώσης με την ακαδημία του Ηρακλή. Και σε πιάνει απελπισία.

Στα 10 λεπτά «παιχνιδιού» που άντεξα, πέρασαν από την οθόνη καμμια 20ριά ερωτήσεις, μπορεί και παραπάνω. Από το Μπεζεστένι και την αρμένικη εκκλησία μέχρι τον Θεσσαλονικιό διαιτητή Κύρο Βασσάρα και το αθλητικό μουσείο. Ερωτήσεις άλλες εύκολες άλλες λιγότερο πέρασαν. Όχι όμως και απαντήσεις. «Την επόμενη» μουρμούριζαν αμήχανα τα παγώνοντας το γέλιο της  Κλέλιας «σας-ικετεύω-βρείτε-έστω-μια-απάντηση-για-να-σωθούμε» Χαρίση. Βρήκαν μία, αθλητική. «Μπράβοοοοοοο» ξέσπασε ανακουφισμένη η παρουσιάστρια.

Στο τέλος -ναι ευτυχώς τελείωσε γρήγορα- μας υποσχέθηκε να «τα ξαναπούμε την επόμενη εβδομάδα» με άλλες ομάδες νεαρών Θεσσαλονικιών. Καλύτερα όχι. Τι να το κάνεις ρε ΕΤ3 το νεανικό τηλεπαιχνίδι γνώσης για την ιστορία της Θεσσαλονίκης όταν κανείς δεν ξέρει ν’ απαντήσει ακόμα και στα εύκολα; Και γιατί να ξέρει δηλαδή;

Μετά από δεκαετίες άγνοιας, συνειδητής συσκότισης και ασφυκτικού περιορισμού της δημόσιας συζήτησης για την πόλη μας σε περήφανους κορσέδες μοναδικών κατορθωμάτων, λεβέντικης υστερίας και κλάψας για χαμουτζίδικες αδικίες, περιμένεις να ξέρει κανείς γιατί εκείνο το ρουτινιάρικο πάρκινγκ ονομάστηκε κάποτε πλατεία Ελευθερίας;

Άστο ρε φίλε, κάτσε να μάθουμε πρώτα, να δούμε τι μας γίνεται, ε και μετά το κάνουμε και παιχνίδι.

Nonsensical reflections

Media_httpimagesinsta_ateyr

Debate των δύο: Λίγοι και επικίνδυνοι

Αυτό το παραμύθι ότι ο τόπος δηλαδή έχει ανάγκη από ικανούς, ειλικρινείς και αποτελεσματικούς τεχνοκράτες και διαχειριστές πρέπει κάποτε να τελειώσει. Για την ακρίβεια, πρέπει να τελειώσει τώρα, πριν κάνει περισσότερη ζημιά. Εδώ και αρκετά χρόνια, περισσότερες από μία κυβερνήσεις εκλέγονται υποσχόμενες ότι «θα βάλουν τάξη» και «θα νοικοκυρέψουν τον τόπο». Ισχυρίζονται δε ότι θα το καταφέρουν μόνο και μόνο διότι είναι απαλλαγμένες από περιττά ιδεολογικά βάρη και απαρτίζονται από ικανούς τεχνοκράτες. Πρόκειται περί απάτης.

Ασφαλώς και είναι χρήσιμοι οι τεχνοκράτες. Αρκεί βέβαια να παίρνουν σαφείς οδηγίες για το πλαίσιο μέσα στο οποίο πρέπει να κινηθούν. Οδηγίες που να καθορίζουν την κατεύθυνση, και τον επιδιωκόμενο σκοπό. Να τους λένε, με απλά λόγια, «κάνε τα τεχνοκρατικά σου κύριε διότι θέλω η οικονομία να παράγει πλούτο σε εκείνον τον τομέα και να αποδίδει τόσα σε αυτές τις συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες. Θέλω επίσης να δίνεις έμφαση στον άλφα παράγοντα και όχι στον βήτα». Τέτοιες κατευθύνσεις που θα καθορίσουν πώς παράγεται και πώς θα διανέμεται ο πλούτος μπορεί να τις δώσει μόνο ο πολιτικός – όχι ο τεχνοκράτης.

Και για να δώσει οδηγίες ο πολιτικός πρέπει να έχει ένα όραμα και μια θεωρία. Πες τη σοσιαλισμό, σοσιαλδημοκρατία, κομμουνισμό, φιλελευθερισμό, φασισμό, πες το όπως θέλεις. Πες το κάπως όμως. Και περιέγραψέ το. Δώσε μια προοπτική που να παντρεύει τα τεχνικά στοιχεία με το όνειρο. Αυτά, το όραμα και η θεωρία δηλαδή, αποτελούν βασικά στοιχεία της ιδεολογίας ενός πολιτικού για την οποία πρέπει να πείσει ώστε να εκλεγεί μεταξύ άλλων πολιτικών που ενδεχομένως θα είναι φορείς άλλων ιδεών. Χωρίς αυτά τα στοιχεία δεν μπορεί να υπάρξει καθοδήγηση των τεχνοκρατών, χωρίς αυτά δεν μπορεί να πείσει ένας πολιτικός ότι είναι διαφορετικός αν όχι καλύτερος από τον άλλον. Χωρις αυτά, από την πλευρά του πολίτη, δεν αντέχονται οι αποτυχίες και δεν έχουν νόημα ούτε οι θυσίες ούτε οι επιτυχίες.

Αυτά ακριβώς τα στοιχεία έλλειπαν από την προχτεσινή τηλεοπτική αντιπαράθεση ανάμεσα στον Παπανδρέου και τον Καραμανλή. Δεν αξίζει να σταθείς στην εικόνα. Ατέλειες στον σωματότυπο του ομιλητή ή στην ποιότητα της έκφρασης και της γλώσσας δεν μπορεί να δίνουν πόντους σε μια πρόταση εξουσίας. Η τελευταία πρέπει να κρίνεται με βάση τα τεχνικά χαρακτηριστικά της αλλά και την ιδεολογία της. Με βάση δηλαδή τους βραχυπρόθεσμους ρεαλιστικούς στόχους, τους μεσοπρόθεσμους στόχους της αλλά και το όραμα – το ιδεολογικό πλαίσιο και τον τελικό στόχο.

Η αλήθεια είναι ότι όσο και να προσπαθούν να πείσουν ότι διαφέρουν, Παπανδρέου και Καραμανλής μοιάζουν. Μπορεί να προτείνουν για τα τρέχοντα άλλες συνταγές – πιο πολλές δημόσιες δαπάνες ο ένας, πιο σφιχτή πολιτική ο άλλος με έμφαση στην είσπραξη. Και οι δύο βέβαια ισχυρίζονται πως έχουν τεχνοκρατική γνώση και άριστους συνεργάτες. Και οι δύο διαλαλούν πως είναι τίμιοι και ότι δε θα συμβιβαστούν με την διαπλοκή. Δεν είναι όμως αυτές οι βασικές ομοιότητές τους.

Καραμανλής και Παπανδρέου μοιάζουν μεταξύ τους διότι δεν διαθέτουν ιδεολογία. Δεν δίνουν πολιτική προοπτική και δε βάζουν την πρότασή τους σε κανένα πολιτικό πλαίσιο διότι η πολιτική τους τρομάζει. Η φιλοδοξία τους φτάνει μέχρι τη διαχείριση των σημερινών. Δεν μπορούν να περιγράψουν τα αυριανά ούτε βέβαια πολύ περισσότερο να φανταστούν τα μεθαυριανά – δε φτάνουν μέχρι εκεί. Δεν διαθέτουν κανένα όραμα, δεν προσφέρουν όνειρα, η ιστορία που αφηγούνται είναι λειψή, στεγνή και βαρετή. Είναι μια κακή ιστορία.

Στην τηλεοπτική αναμέτρηση της Τρίτης φάνηκε ακριβώς αυτή η γύμνια ιδεών. Και είναι μια γύμνια επικίνδυνη. Η οικειοθελής απεμπόληση κάθε ιδεολογικής αναφοράς και η παράδοση της πολιτικής σε τεχνοκράτες αποτελεί οπισθοδρόμηση για την πολιτεία και την κοινωνία. Ο πολίτης δε φτάνει μόνο να διαλέγει πώς θα γίνει κάτι, πρέπει να ξέρει γιατί θα γίνει έτσι και όχι αλλιώς και, το κυριότερο, με ποιον απώτερο στόχο. Στόχο πολιτικό. Γενικόλογες σαχλαμάρες όπως «το καλό του τόπου», «η σωτηρία του έθνους», «όλοι θα βγουν κερδισμένοι» ταιριάζουν σε αφελείς ή σε χουντικούς, όχι σε πολίτες και πολιτικούς. Η χούντα στη Χιλή από στρατιωτικούς και τεχνοκράτες κυβερνήθηκε στηριζόμενη σε αφελείς και σε καθάρματα. Και φυσικά στη βία.

Σήμερα, η υποχώρηση της πολιτικής συζήτησης και του ονείρου προς όφελος ενός δήθεν ουδέτερου τεχνοκρατικού προτύπου γεννά απογοήτευση, αδιαφορία, ανισότητες και ολοένα και περισσότερη βία. Αυτή η βία προέρχεται, συντηρείται και τροφοδοτείται από το κράτος και τους μηχανισμούς του. Που επειδή δεν διαθέτει πολιτική ηγεσία, δεν μπορεί πλέον να παράγει όνειρα ούτε και να εμπνεύσει. Και δεν του μένει παρά να επιβληθεί με τον φόβο και την καταστολή. Παπανδρέου και Καραμανλής, έχοντας παραιτηθεί από οποιαδήποτε ιδεολογική αναφορά, προσπαθούν να πουλήσουν στην αγορά διαφορετικές παραλλαγές αυτού του ίδιου καταστροφικού μοντέλου. Είναι και οι δύο εξίσου λίγοι, είναι και οι δύο εξίσου επικίνδυνοι.